ΑΝΕΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΝΟΥΜΕΝΟΣ Α ΓΙΓΝΩΚΩ ΠΕΡΙ
ΤΟΥΤΩΝ ΑΙΣΧΡΟΝ ΝΟΜΙΣΑΣ ΕΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑΝ ΤΟΥ
ΒΙΟΥ ΤΑΞΙΝ ΔΙΑΦΥΛΑΤΤΩΝ ΠΕΡΙΟΨΟΜΑΙ
ΤΗΝ ΠΟΛΙΝ ΑΝΑΞΙΑ ΨΗΦΙΣΑΜΕΝΗΝ ΑΥΤΗΣ

ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ


Σκέψου, τώρα, τί θα πρεπε να συμβεί φυσικά μ΄αυτούς, αν κανείς ήθελε να τους λύσει από τα δεσμά τους και να τους θεραπεύσει από την πλάνη και την άγνοια τους. Κάθε φορά, που θα λυνόνταν κι ένας θα αναγκαζόταν έξαφνα να σηκωθεί και να στρέψει το λαιμό του, να περπατήσει και να κοιτάξει προς το μέρος της φωτιάς, θα πονούσε, ενώ θα έκανε όλα αυτά, και δεν θα μπορούσε από το ακτινοβόλισμα της φωτιάς να δει καθαρά εκείνα, που ως τότε, έβλεπε τις σκιές τους. Τί νομίζεις, πως θα πει, αν τού έλεγε κανείς, ότι όσα έβλεπε τότε ήταν φλυαρίες και πως τώρα, γυρισμένος κάπως πιο κοντά στο ον και σε αντικείμενα περισσότερο πραγματικά, βλέπει σωστότερα, κι αν μάλιστα δείχνοντάς του το καθένα από όσα θα περνούσαν από μπρος του, τον ανάγκαζε ν΄αποκριθεί, τί είναι αυτό, δεν νομίζεις, ότι θα έπεφτε σε μεγάλη απορία και θα νόμιζε, πως εκείνα, που έβλεπε τότε, ήταν αληθινότερα, απ αυτά, που τού δείχνουν τώρα; Kι αν λοιπόν τον ανάγκαζε κανείς να στρέψει τα μάτια του στο ίδιο το φως, δεν θα τού πονούσαν τα μάτια και δεν θα έφευγε, για να ξαναγυρίσει πάλι σ΄εκείνα, που μπορεί να βλέπει και δεν θα νόμιζε, πως εκείνα είναι καθαρότερα κι αληθινότερα απ αυτά, που τού δείχνουν; Kι αν τέλος τον ξεκολλούσε κανείς από 'κει κάτω με την βία από ένα κακοτράχαλο και ανηφορικό δρόμο, και δεν τον άφηνε, πριν τον τραβήξει έξω στο φως του ήλιου, άραγε δεν θα τραβούσε μαρτύρια και δεν θα αγανακτούσε, όσο τον έσερναν, και όταν θα 'φτανε στο φως, με πλημμυρισμένα τα μάτια του απ την φεγγοβολή, θα μπορούσε να δει ένα απ΄όσα εμείς λέμε τώρα αληθινά; Ή δεν έχεις προσέξει ακόμα με τί μάτι φωτιά, αυτών των ανθρώπων που τους λένε πονηρούς κι έξυπνους μαζί, με πόσο διαπεραστική ματιά η μικρή τους ψυχή βλέπει όσα την ενδιαφέρουν, γιατί δεν έχει αδύνατη όραση, μα επειδή είναι αναγκασμένη να υπηρετεί την κακία τους, όσο μεγαλύτερη είναι η οξυδέρκεια τους τόσο και μεγαλύτερο κακό κάνουν; Aν όμως στις τέτοιες φύσεις, ευθύς από την παιδική τους ηλικία ήθελε κανείς να κόψει σύρριζα τις έμφυτες από γενετής κακίες τους, που σαν τα μολυβένια βαρίδια των διχτυών, είναι πια κολλημένες πάνω τους και με τις πολυφαγίες και τις παρόμοιες απολαύσεις και καταχρήσεις τραβούν προς τα κάτω την όραση της ψυχής· αν λέω, ήθελαν να απαλλαχθούν απ όλα αυτά και να στραφούν προς τα αληθινά, θα τα'βλεπαν βέβαια κι αυτά με την ίδια οξυδέρκεια, όπως και τώρα εκείνα, που τους ενδιαφέρουν. Αν κατορθώσεις να εξασφαλίσεις σε κείνους, που είναι καμωμένοι για την εξουσία ένα είδος ζωής προτιμότερο από την εξάσκηση της εξουσίας, θα μπορέσεις τότε να έχεις και μια καλοκυβερνημένη πολιτεία, γιατί μονάχα σ΄αυτήν θα είναι άρχοντες οι πραγματικά πλούσιοι όχι σε χρυσάφι, αλλά σε αρετή και σοφία, που είναι ο αληθινός πλούτος για τον ευδαίμονα άνθρωπο. Aν όμως φτωχοί και πεινασμένοι, που δεν έχουν δικά τους αγαθά, κυνηγούν την εξουσία, με την απόφαση να αρπάξουν από το δημόσιο ό,τι λείπει απ αυτούς, τίποτα τότε δεν κάνεις γιατί εκεί, που πολεμούν μεταξύ τους, ποιός να πρωτοπάρει την εξουσία, ο εμφύλιος και εσωτερικός αυτός πόλεμος εξολοθρεύει και αυτούς τους ίδιους και όλη την πολιτεία...

Δεν υπάρχουν σχόλια: